28/8/16

Τρεις εκτιμήσεις για το παρελθόν, τέσσερις προτάσεις για το μέλλον.


                                   άρθρο μου στον προσυνεδριακό διάλογο του ΣΥΡΙΖΑ
  1. Νομίζω ότι στην ηγεσία υπήρχε η αυταπάτη ότι η “δημιουργική ασάφεια” ως προς την ύπαρξη δυο διαφορετικών πολιτικών σχεδίων μας έλυνε τα χέρια για διαφορετική δράση ανάλογα με την στάση των δανειστών και λειτουργούσε και πολυσυλλεκτικά από εκλογική άποψη. Σε επίπεδο εκτίμησης η Αριστερή Πλατφόρμα αποδείχτηκε ότι είχε δίκιο, και ότι η πλειοψηφία είχε αυταπάτες. Απλά το σχέδιο της Αριστερής Πλατφόρμας δεν μπορούσε να υλοποιηθεί γιατί δεν συγκέντρωσε σε καμιά φάση της διαπραγμάτευσης λαϊκή πλειοψηφία, και μάλιστα όχι απλή συγκατάθεση, αλλά πλειοψηφία αποφασισμένη να αντιμετωπίσει μαχητικά τις σοβαρές δυσκολίες που θα είχαμε. Δεν δημιουργήθηκε παρά τον αρχικό ενθουσιασμό από την αντίσταση της κυβέρνησης και παρά την ιταμή στάση των δανειστών. Αν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις της εποχής (και δεν έχουμε άλλο διαθέσιμο εργαλείο) η συντριπτική πλειοψηφία (περίπου 75%) επέλεγε σταθερά όλη την διάρκεια της κρίσιμης περιόδου, την παραμονή στο ευρώ. Άρα ένας συμβιβασμός ήταν λίγο-πολύ υποχρεωτικός, αρκεί να μπορούσε να εξασφαλιστεί συμφωνία καλλίτερη από αυτή που φέρνανε οι ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Αν δεν μπορούσαμε να πετύχουμε ούτε αυτό, τότε φυσικά η ρήξη θα ήταν αναπόφευκτη, με ότι αυτό συνεπαγόταν. Παράγωγο λάθος ήταν ότι η επίτευξη καλής συμφωνίας προβλήθηκε περίπου σαν υπόσχεση, το ίδιο και το “πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης” και μάλιστα ανεξάρτητα από την έκβαση της διαπραγμάτευσης. Αυτό οδήγησε σε μια απογοήτευση ή και σε έντονη εχθρότητα μέρους των ψηφοφόρων μας, και τροφοδοτεί την άθλια προπαγάνδα της διαπλοκής για ψεύτικες υποσχέσεις κτλ.
  2. οι θέσεις δικαιολογούν την σωστή επιλογή της υπογραφής, με λάθος (μη πολιτικό, οικονομίστικο) τρόπο, δηλαδή με τις «απρόβλεπτες συνέπειες» της ρήξης. Προφανώς την ρήξη θα ακολουθούσε μια περίοδος έντονων οικονομικών και κοινωνικών δυσκολιών, αλλά αυτό δεν θα ήταν αποτρεπτικό αν υπέρ της σχηματίζονταν λαϊκή πλειοψηφία. Με τις διατυπώσεις των θέσεων α) υπάρχει κίνδυνος να πέσουμε στην λογική του μονόδρομου, με αποτέλεσμα εκτός των άλλων να φαίνεται η εξάμηνη διαπραγμάτευση σαν κωλυσιεργία, ή ακόμα χειρότερα σαν θέατρο β) δαιμονοποιούμε την ρήξη, ενώ πρέπει να την έχουμε ακόμα σαν απειλή, και ίσως να χρειαστεί να την ακολουθήσουμε στο μέλλον, εφόσον δεν έχουμε την αυταπάτη ότι τα δύσκολα τελειώσανε. Οι συμφωνίες εξάλλου αντανακλούν τους συσχετισμούς της στιγμής και αλλάζουν όταν αυτοί αλλάξουν. Τέλος δεν φαίνεται η εκτίμηση των θέσεων να αντιστοιχεί στα πραγματικά γεγονότα, που αν τα μάθαμε σωστά, ήταν το ίδιο πιθανό να μην επιτευχθεί συμφωνία (ο σ. Τσίπρας είχε αποχωρήσει σχεδόν από τις διαπραγματεύσεις και ξαναγύρισε σε μια ύστατη προσπάθεια του Τούσκ).
  3. Μια αδυναμία εκτίμησης των πραγματικών συσχετισμών, διαπερνά όλην την πολιτική μας κουλτούρα, ακόμα και σήμερα. Ένα απλό παράδειγμα: η συνεχής αναφορά σε “κυβέρνηση της αριστεράς” από μεγάλο μέρος αριστερών, αλλά και πολλών στελεχών, δείχνει αδυναμία να αφομοιώσουμε ακόμα και τους προφανείς εκλογικούς συσχετισμούς, που αποτυπώνονται σε μια κυβέρνηση όχι αμιγώς αριστερή, αλλά κοινωνικής σωτηρίας, με μόλις 40% εκλογική στήριξη, και έναν λαό με βασικά μικροαστικές αντιλήψεις, με ότι δυσκολίες αυτό συνεπάγεται.
  4. Διαλέξαμε-και πολύ σωστά- να εμπλακούμε στην πολιτική πραγματικότητα, και να ανοίξουμε τον δρόμο για τον κοινωνικό μετασχηματισμό όχι σε ιδανικές συνθήκες εργαστηρίου αλλά αντιμέτωποι με τις πραγματικές κοινωνικές αντιφάσεις. Την πρώτη μάχη δεν την κερδίσαμε, αλλά και δεν καταστραφήκαμε, είμαστε ακόμα ζωντανοί. Και τώρα τι; Οι διεθνείς συσχετισμοί αλλάζουν αργά, πιο αργά από ότι υπολογίζαμε, αλλά πάντως αλλάζουν, και σε αντίθεση με τους μπολσεβίκους το 1917 που βρέθηκαν μόνοι, περικυκλωμένοι από τον ιμπεριαλισμό, αχνοφαίνονται δυνατότητες διεθνών συμμαχιών. Οι εσωτερικοί συσχετισμοί φαίνεται να έχουν -τουλάχιστον προσωρινά- χειροτερέψει αρκετά, όχι μόνο σαν αποτέλεσμα των επώδυνων μέτρων, αλλά και λόγω της αντιφατικότητας της κοινωνικής συνείδησης, και της εκλογικής μας βάσης. Πχ η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού μας έφερε αντιμέτωπους με μερίδες μεσαίων στρωμάτων, το ίδιο θα γίνει και με τη μάχη κατά της φοροδιαφυγής. Κατά συνέπεια η επιρροή μας θα πρέπει να αναδιαταχθεί αντλώντας φρέσκες δυνάμεις από αυτούς που πείθονται ότι κάτι στην χώρα μας αλλάζει, από νέους ανθρώπους που παλεύουν να δημιουργήσουν κτλ. Χοντρικά από ένα μπλοκ που χαρακτηρίζονταν από μια γενική απέχθεια στο παλιό πολιτικό σύστημα, μια θολή ελπίδα για κάτι καλλίτερο και μια προσμονή για ένα-δυό συγκεκριμένα μέτρα, όπως πχ η κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, να πάμε σε ένα μπλοκ που να το χαρακτηρίζει κυρίως μια μαχητική υπεράσπιση του εκδημοκρατισμού και εξυγίανσης του συνόλου της κοινωνικής ζωής, και η ενεργητική του στάση για μεταρρυθμίσεις όπως πχ ο περιορισμός της φοροδιαφυγής ή της ανασφάλιστης εργασίας. Αυτό φυσικά δεν θα γίνει με διακηρύξεις “ταξικής μεροληψίας” αλλά με συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής, μερικές φορές ακόμα και σε δυσαρμονία με τις “αρχές της αριστεράς” που κάποιοι σύντροφοι συνέχεια επικαλούνται, όπως πχ με αφορμή την αναγκαία αντιμετώπιση των διαρκών και εν πολλοίς αναίτιων καταλήψεων. Θα γίνει με σύγκρουση με συντεχνιακούς θύλακες (μεγαλογιατροί, μεγαλοδικηγόροι, αλλά όχι μόνο) που αξιοποιούνται σήμερα από το αστικό μπλοκ.
  5. Η αποφασιστικής σημασίας λαϊκή στήριξη, πρέπει να μην κατανοείται απλοϊκά, δηλαδή σαν μερικές διαδηλώσεις στους δρόμους. Ουσιαστική λαϊκή στήριξη σημαίνει δημιουργία κινήματος από τα κάτω για τους άμεσους μεγάλους στόχους πχ χτύπημα φοροδιαφυγής, ανασφάλιστης εργασίας, χτύπημα μικρής διαφθοράς στο δημόσιο κτλ. Θα χρειαστούν φυσικά και οι ανάλογες νομοθετικές πρωτοβουλίες αλλά κύρια η δραστηριοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ για την οικοδόμηση ενός πολύμορφου δικτύου κατά νομό, πόλη κτλ. Λίγο ή και καθόλου μπορούμε να στηριχτούμε στα σημερινά γραφειοκρατικά, συντεχνιακά, άμαζα συνδικάτα. Θα χρειαστούν φαντασία, τόλμη και πολλές πρωτοβουλίες για το σκοπό αυτό, αλλά κύρια να κατανοηθεί όλη η προσπάθεια με όρους μάχης, η οποία για το παλιό σύστημα είναι ζωής ή θανάτου. Επιτυχία αυτού του στόχου σημαίνει να κατακτήσουν οι λαϊκές τάξεις στην πράξη την πολιτική ηγεμονία, που βασική πλευρά της είναι να υποτάσσουν το συντεχνιακό, άμεσο συμφέρον στο πολιτικό, το μακροπρόθεσμο.
  6. κάποια ιδεολογικά ζητήματα: εδώ θα μπορούσα να γράψω αρκετά που πιστεύω πρέπει να ξαναδούμε, αλλά για οικονομία θα αναφέρω μόνο δύο παραδείγματα: πρώτα για την ευελιξία της εργασίας. Την καταδικάζουμε γιατί λύνει τα χέρια των εργοδοτών και χειροτερεύει την κατάσταση των μισθωτών. Όμως η ευελιξία είναι κάτι θετικό. Πιστεύω ότι θα είναι βασικό χαρακτηριστικό των εργασιακών σχέσεων σε μια μελλοντική σοσιαλιστική κοινωνία. Τι είναι αυτό που την κάνει σήμερα μάστιγα για τους μισθωτούς; η εργοδοτική αυθαιρεσία, η δικτατορία τους στους τόπους δουλειάς, η παντελής αδυναμία των συνδικάτων. Ε, λοιπόν να καταργήσουμε την ελευθερία του καπιταλιστή να κάνει ότι θέλει, και σε μια πορεία να καταργήσουμε τον ίδιο τον καπιταλιστή. Αλλά όχι την ευελιξία. Αλλιώς θυμίζουμε τους εργάτες στην αυγή του καπιταλισμού που σπάζανε τις μηχανές γιατί φέρνανε ανεργία. Είναι και ατελέσφορο γιατί η ευελιξία γίνεται όλο και πιο απαραίτητη με τις νέες τεχνολογίες. Δεύτερο παράδειγμα: “όχι στην καταστολή”, ακούγεται αριστερό. Είναι όμως αταξική, απολίτικη θέση. Το ερώτημα είναι καταστολή από ποιόν, ενάντια σε ποιόν και γιατί. Ποιος θα διαφωνούσε με την καταστολή ενάντια πχ στους φασίστες; Είναι άλλο ζήτημα να ζυγίσεις πολιτικά πότε και αν τελικά θα καταστείλεις, και άλλο να αποκλείεις την καταστολή από θέση αρχής.
  7. Κόμμα-κυβέρνηση: Το κόμμα πρέπει να εκφράζει κυρίως την αριστερά, έχοντας όμως αίσθηση του συσχετισμού δυνάμεων και των πραγματικών αντιφάσεων, όχι την ιδεοληπτική αριστερά που γνωρίσαμε και υπάρχει ακόμα εκτός (αλλά και εντός) του ΣΥΡΙΖΑ. Απευθύνεται κυρίως στην κοινωνία και όχι στα υπουργεία. Η κυβέρνηση από την άλλη, πρέπει κυρίως να εκφράζει όλη την κοινωνία, που ακόμα είναι συντηρητική, μικροαστική, και εν πάση περιπτώσει όχι κοντά στις ιδέες μας “και τις αξίες της αριστεράς”. Με βάση αυτήν την κοινωνία θα πρέπει να ανοίξουμε τον δρόμο για τον κοινωνικό μετασχηματισμό, όσο δύσκολο και αν φαίνεται αυτό. Και αν αποφύγουμε από την μια μικρά “αριστερά” λάθη στην τρέχουσα πολιτική μας, και από την άλλη τον πολύ μεγάλο “δεξιό” κίνδυνο εκφυλισμού και αστικής ενσωμάτωσης, έχουμε σοβαρές πιθανότητες να το πετύχουμε.